Ο όρος αυτοεκπληρούμενη προφητεία αναφέρθηκε
για πρώτη φορά από τον Robert Merton στο βιβλίο «Κοινωνική Θεωρία και Κοινωνική
Διάρθρωση» (1949). «Η αυτοεκπληρούμενη προφητεία είναι, στην αρχή, ένας φαύλος
ορισμός της κατάστασης που προκαλεί μια νέα συμπεριφορά η οποία κάνει την αρχική
ψευδή αντίληψη να βγαίνει 'αληθινή'. Αυτή η προσχηματική ισχύς της
αυτοεκπληρούμενης προφητείας διαιωνίζει τη λανθασμένη αντίληψη, επειδή ο
'προφήτης' θα αναφέρει την πραγματική πορεία των γεγονότων ως απόδειξη ότι είχε
δίκιο από την αρχή».
Κατά τον ο W.I.Thomas: «Όταν οι άνθρωποι θεωρούν
ορισμένες καταστάσεις πραγματικές, αυτές γίνονται πραγματικές στις επιπτώσεις
τους».
Δηλαδή, πιο απλά, η αρνητική ερμηνεία ή η προσδοκία που
έχουμε για κάποιον ή κάτι, αντιδρώντας ανάλογα, προκαλεί την επιβεβαίωσή της.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μελέτη δύο καθηγητών
του Χάρβαρντ, των Rosenthal και Jacobson (1992), το φαινόμενο του Πυγμαλίωνα στη
σχολική τάξη.
Σε ένα Δημοτικό σχολείο μοίρασαν ένα τεστ νοημοσύνης.
Στους δασκάλους του σχολείου παραπλανητικά είπαν πως μια ομάδα παιδιών είχε
υψηλό δείκτη νοημοσύνης ενώ μια άλλη ομάδα παιδιών είχε χαμηλό δείκτη
νοημοσύνης. Στην πραγματικότητα τα παιδιά κάθε ομάδας είχαν επιλεγεί τυχαία.
Στο τέλος της χρονιάς τα παιδιά που θεωρούνταν πιο έξυπνα είχαν καλύτερες επιδόσεις στα μαθήματα από τα παιδιά που θεωρούνταν λιγότερο έξυπνα. Οι δάσκαλοι επηρεάστηκαν και επηρέασαν, αφού πίστεψαν πως κάποια παιδιά αποδίδουν καλύτερα και είναι καλύτεροι μαθητές και τα αντιμετώπισαν ανάλογα. Οι αποδόσεις των μαθητών επιβεβαίωσαν την προφητεία, αφού οι δάσκαλοι ασυνείδητα συμπεριφέρονταν διαφορετικά στις δύο ομάδες.
Στο τέλος της χρονιάς τα παιδιά που θεωρούνταν πιο έξυπνα είχαν καλύτερες επιδόσεις στα μαθήματα από τα παιδιά που θεωρούνταν λιγότερο έξυπνα. Οι δάσκαλοι επηρεάστηκαν και επηρέασαν, αφού πίστεψαν πως κάποια παιδιά αποδίδουν καλύτερα και είναι καλύτεροι μαθητές και τα αντιμετώπισαν ανάλογα. Οι αποδόσεις των μαθητών επιβεβαίωσαν την προφητεία, αφού οι δάσκαλοι ασυνείδητα συμπεριφέρονταν διαφορετικά στις δύο ομάδες.
Οι προσδοκίες που έχει ο εκπαιδευτικός για την απόδοση
των μαθητών του επηρεάζουν τη συμπεριφορά του που γίνεται αντιληπτή από τους
μαθητές μέσω των σχέσεων αλληλεπίδρασης. Αυτό τους οδηγεί σε αντιδράσεις
συμπεριφοράς που θα επιβεβαιώνουν τις προσδοκίες του εκπαιδευτικού. Οι μαθητές
παίρνουν το μήνυμα των προσδοκιών και ανταποκρίνονται ανάλογα.
Συνήθως, οι άνθρωποι οδηγούνται σε συμμόρφωση και
επαλήθευση των προσδοκιών που έχουν οι άλλοι για αυτούς. Αυτό συμβαίνει, είτε
επειδή περιμένουν ότι θα έχουν κάποιο όφελος από αυτό είτε επειδή δεν επιθυμούν
τις αρνητικές συνέπειες που συνοδεύουν τη μη συμμόρφωση. Για παράδειγμα, «ένας
μαθητής μπορεί να προσπαθήσει να διαψεύσει τις αρνητικές προβλέψεις του
δασκάλου του, εφόσον έχει τη δύναμη να αντισταθμίσει την έλλειψη υποστήριξης
του εκπαιδευτικού. Διαφορετικά, αν το κόστος για αυτόν είναι πολύ μεγάλο,
υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να επαληθεύσει τις προσδοκίες του δασκάλου του
(Miller & Turnbull, 1986)».[1]
Η επιβεβαίωση της προφητείας
Behavioural confirmation ονομάζεται το είδος της
αυτοεκπληρούμενης προφητείας όπου οι κοινωνικές προσδοκίες των ατόμων -που
στηρίζονται περισσότερο στις κοινωνικές πεποιθήσεις παρά σε προσωπικές
προσδοκίες- οδηγεί τα άτομα να φέρονται με τρόπο που κάνει τους άλλους να
επιβεβαιώνουν τις προσδοκίες αυτές.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οποιοσδήποτε μπορεί να σχολιάσει - περιλαμβάνει Ανώνυμους χρήστες. Διαγράφονται μόνο χυδαία σχόλια.